Ο σακχαρώδης διαβήτης αποτελεί σήμερα ένα από τα σημαντικότερα πρόβληματα υγείας στο δυτικό κόσμο. Υπολογίζεται ότι το 2025 θα υπάρχουν παγκοσμίως 300 εκατομμύρια διαβητικοί ασθενείς. Χρειάζεται ευαισθητοποίηση για την πρόληψη και την έγκαιρη διάγνωση του διαβήτη και των αγγειακών επιπλοκών του.
Τι είναι υψηλή αρτηριακή πίεση; Πώς ταξινομείται; Γνωρίζουμε τα αίτια;
Η αρτηριακή υπέρταση, γνωστή και ως υψηλή πίεση, αποτελεί μια χρόνια πάθηση κατά την οποία η πίεση ροής αίματος στις αρτηρίες είναι αυξημένη. Η υπέρταση σταδιακά «κουράζει» την καρδιά και προκαλεί υπερτροφία της αριστερής κοιλίας, συστολική ή διαστολική δυσλειτουργία και τελικώς, καρδιακή ανεπάρκεια.
Αν θελήσουμε να ταξινομήσουμε την υπέρταση θα αναφερθούμε σε συστολική ή μεγάλη πίεση όπως συνηθίζεται να λέγεται, όταν δηλαδή η πίεση είναι υψηλή κατά τη διάρκεια της συστολής της καρδιάς και διαστολική, ή μικρή πίεση όταν εμφανίζεται κατά τη διάρκεια της διαστολής. Μεικτή αρτηριακή υπέρταση είναι η υψηλή πίεση τόσο κατά τη συστολική όσο και κατά τη διαστολική φάση του καρδιακού κύκλου.
Αρτηριακή υπερταση ορίζεται η κατάσταση όπου η συστολική πίεση (ΣΑΠ) είναι μεγαλύτερη από 140 mm Hg ή/και η διαστολική πίεση (ΔΑΠ) άνω των 90 mm Hg. Παρόλο που η Αμερικανική Καρδιολογική Εταιρεία κατατάσσει την υπέρταση σε 3 στάδια και θέτει τον ορισμό της προ-υπέρτασης, η Ευρωπαϊκή Καρδιολογική Εταιρεία δεν υιοθετεί τη συγκεκριμένη κατάταξη.
Επιπροσθέτως, η υπέρταση ταξινομείται με βάση την αιτία που την προκάλεσε. Στο 95% των περιπτώσεων είναι αγνώστου αιτιολογίας (ιδιοπαθής), δηλαδή άγνωστοι μηχανισμοί, σε συνεργασία με γενετικούς και περιβαλλοντικούς παράγοντες, προκαλούν αύξηση του τόνου των αγγείων και σκλήρυνσή τους.
Στο 5% των ασθενών αντιστοιχεί η δευτεροπαθής υπέρταση. Αφορά συνήθως νεαρά άτομα που παρουσιάζουν ανθεκτική υπέρταση, η οποία δηλαδή δε ρυθμίζεται με πολλαπλή αγωγή. Εφόσον αντιμετωπιστεί το δευτεροπαθές αίτιο, δύναται να αρθεί η υπέρταση.
Συνηθέστερα αίτια είναι η στένωση των νεφρικών αρτηριών, οι πολυκυστικοί νεφροί, ο υπεραλδοστερονισμός, το σύνδρομο Cushing, το φαιοχρωμοκύττωμα, τα φάρμακα (όπως η λήψη κορτιζόνης και αντισυλληπτικών), οι διαταραχές του θυρεοειδούς και η στένωση του ισθμού της αορτής.
Παρά τις σημαντικές προόδους που έχουν σημειωθεί τα τελευταία χρόνια τόσο ως προς τη διάγνωση όσο και ως προς τη θεραπεία, η υπέρταση εξακολουθεί να παραμένει ο σημαντικότερος παράγοντας κινδύνου για καρδιαγγειακό σύμβαμα, δηλαδή για έμφραγμα του μυοκαρδίου, αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο και νεφρική ανεπάρκεια.
Στην αμερικάνικη μελέτη Framingham ο κίνδυνος στους υπερτασικούς, έναντι φυσιολογικών ατόμων, ήταν διπλάσιος για έμφραγμα και οκταπλάσιος για εγκεφαλικό!
Με ποιον τρόπο τίθεται σωστά η διάγνωση της υπέρτασης;
Η διάγνωση της αρτηριακής υπέρτασης γίνεται με τη χρήση μανομετρικού, υδραργυρικού ή ηλεκτρονικού πιεσόμετρου. Σε μετρήσεις στο σπίτι, από τον ασθενή ή τους οικείους του, συνιστάται η χρήση του ηλεκτρονικού. Πρέπει να σημειωθεί ότι είναι προτιμότερο, και πιο αξιόπιστο, να γίνεται η μέτρηση στο μπράτσο (βραχιόνιο αρτηρία) και όχι στον καρπό.
Για τη σωστή μέτρηση της πίεσης, ο ασθενής θα πρέπει προηγουμενως να μην έχει πιεί καφέ ή να έχει καπνίσει. Επίσης, να είναι καθιστός, για τουλάχιστον 5-10 λεπτά, και το χέρι του να υποστηρίζεται σε σταθερό σημείο, στο ύψος της καρδιάς του. Η περιχειρίδα θα πρέπει να εφαρμόζει κατά 80-100% στις διαστάσεις του βραχίονα. Πάντα κάνουμε τρεις μετρήσεις, με διαφορά δυο λεπτών μεταξύ τους, και καταγράφουμε το μέσο όρο των τιμών.
Η διάγνωση της υπέρτασης δε θα πρέπει να γίνεται μόνο με μια μέτρηση. Για το λόγο αυτό, συνηθίζεται να συμπληρώνουμε ένα ειδικό έντυπο εβδομαδιαίας καταγραφής με στιγμιότυπα πρωινής και απογευματινής πίεσης. Μόνο σε περίπτωση υπερτασικής κρίσης, όταν δηλαδή η συστολική πίεση είναι ίση ή μεγαλύτερη των 210 mm/Hg ή/και η διαστολική πίεση είναι ίση ή μεγαλύτερη των 120 mm/Hg, πρέπει να εφαρμόσουμε άμεσα θεραπεία.
Δε θα πρέπει, επίσης, να μας διαφεύγει το φαινόμενο της υπέρτασης της λευκής μπλούζας, ασθενείς δηλαδή που προσέρχονται στο ιατρείο να εμφανίζουν υψηλή αρτηριακή πίεση λόγω φόβου και άγχους. Η μορφή αυτής της υπέρτασης είναι αθώα, ωστόσο θα πρέπει να βεβαιωθεί κανείς ότι σε επαναλαμβανόμενες μετρήσεις στο σπίτι η αρτηριακή πίεση είναι σε φυσιολογικά επίπεδα.
Σε αντίθεση με την υπέρταση λευκής μπλούζας υπάρχει και η συγκαλυμμένη υπέρταση κατά την οποία οι μετρήσεις στο ιατρείο είναι φυσιολογικές ενώ καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας υπάρχει υψηλή αρτηριακή πίεση. Η μορφή αυτής της υπέρτασης είναι εξίσου επιβλαβής με την αρρύθμιστη υπέρταση και πρέπει να διαγνωσθεί και να αντιμετωπισθεί άμεσα.
Σήμερα υπάρχει η δυνατότητα καταγραφής της πίεσης καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας. Ο ασθενής κάνει τις καθημερινές του δραστηριότητες φορώντας ένα μικρό πιεσόμετρο, γνωστό ως holter πιέσεως 24ώρου. Η μέτρηση γίνεται κάθε δέκα περίπου λεπτά και ο ιατρός έχει τη δυνατότητα, με τη χρήση ειδικού λογισμικού, να δει τη συνολική διακύμανση της πιέσεως.
Το holter πιέσεως είναι μια εξαιρετική συσκευή, ιδιαίτερα χρήσιμη σε περιπτώσεις αμφιβολίας ή σε υποψία εκδήλωσης υψηλής πιέσεως κατά τη διάρκεια του νυχτερινού ύπνου. Η 24ωρη καταγραφή αρτηριακής πίεσης είναι απαραίτητη στις εξής περιπτώσεις: υποψία συγκαλυμμένης υπέρτασης, διαπίστωση υπέρτασης λευκής μπλούζας, αρρύθμιστη υπέρταση καθώς επίσης και σε άτομα που λαμβάνουν αντί υπερτασική αγωγή και εμφανίζουν συμπτωματολογία υπότασης.
Εφόσον η υπέρταση επιβεβαιωθεί, η κλινική εξέταση μπορεί να μας αποκαλύψει τις ύπουλες επιπλοκές της υψηλής πίεσης, όπως για παράδειγμα παρουσία ενός συστολικού φυσήματος στην καρδιά ασθενών με χρόνια αρρύθμιστη υπέρταση, επιπλοκές από τους οφθαλμούς καθώς και διαλείπουσα χωλότητα. Τα όργανα στόχοι που βλάπτονται από την αρρύθμιστη αρτηριακή πίεση είναι η καρδιά, ο εγκέφαλος, οι νεφροί και οι οφθαλμοί.
Ο έλεγχος ενός ατόμου με διαγνωσθείσα αρτηριακή υπέρταση περιλαμβάνει εκτός των άλλων ηλεκτροκαρδιογράφημα (ΗΚΓ 12 απαγωγών), υπέρηχο (triplex) καρδιάς και triplex καρωτίδων.
Απαιτούνται να γίνουν αναλύσεις αίματος και ούρων, προς αποκλεισμό νεφρικής βλάβης ή παρουσίας άλλων παραγόντων καρδιαγγειακού κινδύνου, όπως δυσλιπιδαιμίας και σακχαρώδη διαβήτη.
Τέλος, ο ασθενής πρέπει να εκτιμηθεί από οφθαλμίατρο μέσω βυθοσκόπησης, η οποία μπορεί να αναδείξει πρώιμες βλάβες τις υπέρτασης στους οφθαλμούς.
Σε περιπτώσεις όπου υποψιαζόμαστε δευτεροπαθή υπέρταση προχωρούμε σε ειδικότερο εργαστηριακό και απεικονιστικό έλεγχο, κατόπιν συστάσεως του θεράποντα παθολόγου.
Ποια είναι τα συμπτώματα της υπέρτασης; Υπάρχουν πάντα;
Είναι γνωστό ότι η αρτηριακή υπέρταση είναι μια ασυμπτωματική νόσος. Η διάγνωσή της γίνεται συνήθως τυχαία, όταν θα μετρήσουμε την πίεσή μας προληπτικά στο σπίτι ή θα την μετρήσει ο ιατρός μας κατά την κλινική εξέταση.
Ορισμένοι ασθενείς με υψηλή πίεση αναφέρουν αιφνίδιο πονοκέφαλο (κεφαλαλγία), ζάλη, ίλιγγο, ναυτία, τάση για εμετό, εμβοές ωτών (βουίζουν τα αυτιά) και τάση να λιποθυμήσουν. Τα συμπτώματα αυτά προκαλούνται συνήθως από τον υπεραερισμό του ασθενούς, συνεπεία του άγχους, και όχι από την υπέρταση! Ακόμη και ο πονοκέφαλος παρουσιάζει πτωχή συσχέτιση με την υπέρταση.
Τα συμπτώματα της υπέρτασης είναι δυστυχώς όψιμα και σχετίζονται με τις επιπλοκές της νόσου. Αυτές είναι:
Στεφανιαία νόσος. Στα στεφανιαία αγγεία εμφανίζεται επιταχυνόμενη αρτηριοσκλήρυνση και χαμηλή αιμάτωση στο μυοκάρδιο. Οι ασθενείς μπορεί να παρουσιάσουν στηθάγχη (πόνο στο στήθος), έμφραγμα ή ακόμα και αιφνίδιο θάνατο.
Συμφορητική καρδιακή ανεπάρκεια. Αποτελεί το συνηθέστερο εύρημα μετά από δεκαετίες αρρύθμιστης υψηλής πίεσης. Οι ασθενείς αναφέρουν δύσπνοια και εύκολη κόπωση στις καθημερινές δραστηριότητες.
Ανεύρυσμα της αορτής. Μπορεί να συμβεί στη θωρακική ή/και στην κοιλιακή αορτή. Συνήθως είναι ασυμπτωματικό και διαγιγνώσκεται τυχαία ή όταν πλέον γίνει διαχωρισμός και ρήξη, μια κατάσταση επείγουσα και απειλητική για τη ζωή.
Εγκεφαλική αγγειακή νόσος. Οι υπερτασικοί ασθενείς εμφανίζουν αυξημένη συχνότητα εγκεφαλικών επεισοδίων, είτε ισχαιμικού τύπου είτε αιμορραγικού από ρήξη ανευρύσματος. Τα συνηθέστερα συμπτώματα είναι διαταραχή της ομιλίας (δυσαρθρία), Αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο: μείωση της κινητικότητας και αισθητικότητας των άκρων, πτώση της γωνίας του στόματος, κεφαλαλγία, διαταραχές όρασης ενώ σε βαρειές καταστάσεις μπορεί να έχουμε απώλεια επικοινωνίας έως και κώμα.
Νεφρική αγγειακή νόσος. Λόγω σκλήρυνσης του τοιχώματος των αγγείων, μακροχρόνια εμφανίζεται νεφρική ανεπάρκεια, η οποία σταδιακά δύναται να επιδεινωθεί. Συμπτώματα εμφανίζονται στα τελικά στάδια της νεφρικής ανεπάρκειας, όπως για παράδειγμα οίδημα κάτω άκρων, δύσπνοια, κράμπες, ολιγουρία.
Αγγειακές βλάβες στον οφθαλμό. Η υπέρταση δημιουργεί αιμορραγίες, εξιδρώματα στον οφθαλμό, και τελικώς οίδημα της οπτικής θηλής. Η χρόνια υπερτασική αμφιβληστροειδοπάθεια διαδράμει στα αρχικά στάδια χωρίς συμπτώματα. Καθώς όμως η νόσος εξελίσσεται μπορεί να εμφανιστεί μείωση της όρασης.
Είναι φανερό πως πρέπει να αντιμετωπίζουμε άμεσα την υπέρταση και να διατηρούμε άριστη ρύθμιση κατά τη διάρκεια της ζωής μας. Με αυτόν τον τρόπο, εξαλείφουμε τον κίνδυνο εμφάνισης καρδιαγγειακών επιπλοκών.
Τέλος, πρέπει να σημειωθεί ότι η υψηλή πίεση μπορεί να εμφανίσει συμπτώματα επί υπερτασικής κρίσης, όταν δηλαδή η συστολική υπέρταση ξεπερνά τα 220 mm Hg και η διαστολική τα 110 mm Hg.
Οι ασθενείς δύναται να προσέλθουν με συμπτώματα υπερτασικής εγκεφαλοπάθειας (σύγχυση, θάμβο όρασης, διαταραχή επιπέδου συνειδήσεως, κεφαλαλγία), οξύ πνευμονικό οίδημα (οξεία δύσπνοια λόγω συλλογής υγρού στους πνεύμονες), αιματουρία (επί εδάφους διαχωρισμού της κοιλιακής αορτής), θωρακαλγία. Πρόκειται για επείγουσες καταστάσεις που πρέπει να αντιμετωπιστούν άμεσα στο νοσοκομείο.
Αντιυπερτασικά φάρμακα, αλλαγή του τρόπου ζωής ή και τα δύο;
Ο στόχος στη θεραπεία ενός υπερτασικού ασθενούς είναι η πρόληψη της νοσηρότητας και θνητότητας που σχετίζεται με την αυξημένη πίεση, να προλάβουμε δηλαδή τις επιπλοκές της νόσου.
Επιδιώκουμε να διατηρήσουμε την συστολική πίεση σε επίπεδα μικρότερα των 140 mm/Hg και τη διαστολική πίεση σε επίπεδα μικρότερα των 80 mm/Hg. Βέβαια, νεότερες μελέτες δείχνουν μικρότερη συχνότητα εγκεφαλικών επεισοδίων και εμφραγμάτων όταν είμαστε αυστηρότεροι στη ρύθμιση. Αναμένουμε να δούμε αν στο μέλλον αλλάξουν οι κατευθυντήριες οδηγίες.
Όλοι οι ασθενείς με υπέρταση πρέπει να υποβάλλονται σε υγιεινοδιαιτητική παρέμβαση, να αλλάξουν δηλαδή τον τρόπο και την ποιότητα της ζωής τους. Συστήνεται:
- Διακοπή του καπνίσματος
- Αερόβια άσκηση για τουλάχιστον τριάντα λεπτά ημερησίως
- Απώλεια βάρους σε υπέρβαρα ή παχύσαρκα άτομα (5% σε διάστημα έξι μηνών)
- Περιορισμός της αιθυλικής αλκοόλης (δυο ποτηράκια στον άντρα, ένα στη γυναίκα)
- Περιορισμός στην κατανάλωση άλατος
- Δίαιτα πλούσια σε αντιοξειδωτικά στοιχεία (φρούτα, λαχανικά)
Εφόσον δεν επιτευχθεί η πτώση της υψηλής πίεσης με τα υγιεινοδιαιτητικά μέτρα σε διάστημα 2-3 μηνών ή ο ασθενής διατρέχει αυξημένο κίνδυνο καρδιαγγειακού συμβάματος, τότε προβαίνουμε σε έναρξη αντιυπερτασικής αγωγής.
Στη φαρέτρα μας διαθέτουμε πλέον εκατοντάδες φάρμακα που δρουν με διαφορετικούς μηχανισμούς για τη μείωση της υψηλής πιέσεως. Η επιλογή του κατάλληλου φαρμάκου γίνεται από το θεράποντα παθολόγο ή καρδιολόγο με βάση την τιμή της υπάρχουσας υπέρτασης, την παρουσία βλαβών στα όργανα στόχους (καρδιά, εγκέφαλος, οφθαλμοί, νεφροί), την συνύπαρξη άλλων νοσημάτων και τη καθημερινότητα του ασθενούς.
Τα αντιυπερτασικά φάρμακα ταξινομούνται σε
- Θειαζιδικά διουρητικά
- Β-αποκλειστές
- Αναστολείς μετατρεπτικού ενζύμου της αγγειοτασίνης (ΜΕΑ)
- Ανταγωνιστές των διαύλων ασβεστίου
- Ανταγωνιστές των υποδοχέων της αγγειοτασίνης (ΑΤ-1)
- Φάρμακα με κεντρική δράση (αντιαδρενεργικά)
- Α-αποκλειστές
- Αμέσως δρώντα αγγειοδιασταλτικά
Πρέπει να σημειωθεί ότι εφόσον δεν υπάρχουν ειδικές ενδείξεις θεραπείας, όπως για παράδειγμα κύηση, η παρουσία σακχαρώδου διαβήτη, ιστορικό εμφράγματος του μυοκαρδίου ή χρόνιας νεφρικής ανεπάρκειας, μπορούμε να επιλέξουμε οποιοδήποτε φάρμακο ως μονοθεραπεία.
Εφόσον ο στόχος δεν επιτευχθεί αυξάνουμε τη δοσολογία του φαρμάκου ή προσθέτουμε φάρμακο άλλης κατηγορίας.
Σήμερα οι φαρμακοβιομηχανίες έχουν δημιουργήσει έτοιμους συνδυασμούς δυο ή και τριών σκευασμάτων από διαφορετικές κατηγορίες, σε πολλές δοσολογίες, παρέχοντας τη δυνατότητα στον ασθενή να λαμβάνει τη θεραπεία του μόνο μια φορά την ημέρα.
Λαμβάνοντας ένα αντιυπερτασικό φάρμακο και πετυχαίνοντας τη ρύθμιση της πίεσης δε σημαίνει ότι εγκαταλείπουμε το σωστό τρόπο ζωής.
Απαιτείται διαρκώς στενή συνεργασία με το θεράποντα παθολόγο ή καρδιολόγο για την παρακολούθηση της ρύθμισης, την αντιμετώπιση ανεπιθύμητων ενεργειών των φαρμάκων και την τροποποίηση της αγωγής επί ανθεκτικής υπέρτασης ή υπότασης.
Ας μη λησμονούμε πως οι ασθενείς με υπέρταση μπορεί να έχουν ταυτόχρονια υπερλιπιδαιμία, σακχαρώδη διαβήτη και αθηρωμάτωση. Η θεραπευτική αντιμετώπιση πρέπει να είναι σφαιρική και να έχει ως στόχο την εξάλειψη των παραγόντων που αυξάνουν τον κίνδυνο εμφάνισης εμφράγματος ή εγκεφαλικού επεισοδίου.
Μπορεί η διατροφή να βοηθήσει στην ελάττωση της αρτηριακής πίεσης;
Εάν θέλετε να ελέγξετε την αρτηριακή σας πίεση, θα πρέπει να ακολουθήσετε μια δίαιτα με πολλά φρούτα και λαχανικά, αλλά με ελάχιστο νάτριο. Επιπλέον, συνδυάζοντας τη δίαιτα με άσκηση, μπορείτε όχι μόνο να μειώσετε την αρτηριακή σας πίεση, αλλά και τον κίνδυνο για καρδιαγγειακά επεισόδια.
Μην παραλείπετε τα φρούτα και τα λαχανικά
Τα φρούτα και τα λαχανικά είναι φυσικές πηγές καλίου, στοιχείο το οποίο έχει αποδείξει την αποτελεσματικότητά του στην μείωση της αρτηριακής πίεσης. Επιπρόσθετα, μια δίαιτα πλούσια σε φρούτα και λαχανικά μπορεί να οδηγήσει σε απώλεια βάρους λόγω του ότι αυτές οι τροφές είναι από τη φύση τους χαμηλές σε λιπαρά και πλούσιες σε φυτικές ίνες.
Επιλέξτε γαλακτοκομικά με χαμηλά λιπαρά
Λόγω του ότι τα επιπλέον κιλά είναι ένας παράγοντας που συμβάλει στην εξέλιξη της υπέρτασης, η επιλογή γαλακτοκομικών προϊόντων με χαμηλά ή καθόλου λιπαρά είναι ιδιαίτερα σημαντική. Το ασβέστιο που περιέχεται στα γαλακτοκομικά προϊόντα είναι σημαντικό όχι μόνο για τα οστά, αλλά και για τη ρύθμιση της αρτηριακής πίεσης.
Πείτε ναι στους ξηρούς καρπούς
Οι ανάλατοι ξηροί καρποί είναι μια εξαιρετική πηγή μονοακόρεστων λιπαρών. Αυτός ο τύπος λιπαρών οξέων βοηθάει στη μείωση της κακής χοληστερίνης (LDL) και την αύξηση της καλής χοληστερίνης (HDL). Πλούσιοι σε αντιοξειδωτικές ιδιότητες, οι ξηροί καρποί περιέχουν ενώσεις που μειώνουν τη βλάβη των αιμοφόρων αγγείων.
Περιορίστε τα κορεσμένα λιπαρά
Οι μελέτες έχουν αναδείξει ότι μια δίαιτα χαμηλή σε κορεσμένα λιπαρά μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο καρδιαγγειακής νόσου και υπέρτασης. Ακολουθώντας μια χαμηλή σε λιπαρά δίαιτα και διατηρώντας ένα υγιές βάρος, όχι μόνο μειώνετε τον κίνδυνο για υψηλή αρτηριακή πίεση αλλά και για διαβήτη και καρδιαγγειακές επιπλοκές.
Μείνετε σε φόρμα και περιορίστε το αλκοόλ
Η φυσική δραστηριότητα είναι εξίσου σημαντική. Προάγει την υγεία της καρδιάς και σας βοηθά να επιτύχετε καλή φυσική κατάσταση.
Τέλος, καταγράψτε την ποσότητα αλκοόλ που καταναλώνετε. Οι άνδρες πρέπει να περιορίζουν την πρόσληψη αλκοόλ σε 2 ή και λιγότερα ποτήρια αλκοόλ ημερησίως, και οι γυναίκες δεν πρέπει να καταναλώνουν περισσότερο από 1 ποτήρι αλκοόλ ημερησίως.
Τι συμβαίνει όταν η υπέρταση εμφανιστεί κατά τη διάρκεια της κύησης;
Οι υπερτασικές διαταραχές εμφανίζονται στο 5-10% των κυήσεων και αποτελούν ένα ευρύ φάσμα παθήσεων που χωρίς έγκαιρη διάγνωση και σωστή αντιμετώπιση μπορεί να εκθέσουν σε κίνδυνο τόσο την έγκυο γυναίκα όσο και το έμβρυο.
Οι υπερτασικές διαταραχές της κύησης ταξινομούνται στις ακόλουθες 4 κατηγορίες :
- Υπέρταση της κύησης
-Συστολική πίεση ≥140 ή διαστολική πίεση ≥90 mmHg για πρώτη φορά κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης
- Απουσία πρωτεινουρίας
- Η αρτηριακή πίεση επιστρέφει στα φυσιολογικά πριν τις 12 εβδομάδες τοκετού
- Προεκλαμψία
- Αρτηριακή πίεση ≥140/90 mmHg μετά την 20η εβδομάδα της κύησης
- Πρωτεινουρία ≥300mg/24h
- Κρεατινίνη ορού ≥1,2mg/dl
- Αιμοπετάλια ≤100.000/Μl
- Αυξημένα ηπατικά ένζυμα (AST, ALT)
- Εκλαμψία
Εμφάνιση σπασμών σε εγκυμονούσα με προεκλαμψία
- Χρόνια Υπέρταση
Αρτηριακή πίεση ≥140/90 mmHg πριν την εγκυμοσύνη
ή
Υπέρταση που διαγνώστηκε για πρώτη φορά πριν την 20η εβδομάδα της κύησης και επιμένει μετά τις 12 εβδομάδες από τον τοκετό
Όλες οι παραπάνω διαταραχές απαιτούν αυστηρή παρακολούθηση και φαρμακευτική αγωγή ώστε η αρτηριακή πίεση να παραμένει σε φυσιολογικά όρια, και με αυτόν τον τρόπο να αποφεύγονται οι δυνητικοί κίνδυνοι για έγκυο και έμβρυο. Μόνο με τη στενή συνεργασία παθολόγου, καρδιολόγου και γυναικολόγου μπορεί να επιτευχθεί η καλύτερη φροντίδα για την έγκυο και το καλύτερο δυνατό περιγεννητικό αποτέλεσμα.